Λεξιλόγιο
Μάθετε Επίθετα – Ταϊλανδεζικά

กว้าง
ชายหาดที่กว้าง
kŵāng
chāyh̄ād thī̀ kŵāng
ευρύς
μια ευρεία παραλία

เต็ม
รถเข็นที่เต็มไปด้วยของ
tĕm
rt̄h k̄hĕn thī̀ tĕm pị d̂wy k̄hxng
γεμάτος
ένα γεμάτο καλάθι αγορών

เล็กน้อย
ทารกที่เล็กน้อย
lĕkn̂xy
thārk thī̀ lĕkn̂xy
μικρός
το μικρό μωρό

ไม่มีเมฆ
ท้องฟ้าที่ไม่มีเมฆ
mị̀mī meḳh
tĥxngf̂ā thī̀ mị̀mī meḳh
ασύννεφος
ένας ασύννεφος ουρανός

สีเขียว
ผักสีเขียว
s̄ī k̄heīyw
p̄hạk s̄ī k̄heīyw
πράσινος
τα πράσινα λαχανικά

ชั่วร้าย
คำขู่ที่ชั่วร้าย
chạ̀w r̂āy
khả k̄hū̀ thī̀ chạ̀w r̂āy
κακός
μια κακή απειλή

ใจดี
ข้อเสนอที่ใจดี
cıdī
k̄ĥx s̄enx thī̀ cıdī
φιλικός
μια φιλική προσφορά

เล็กน้อย
อาหารเล็กน้อย
lĕkn̂xy
xāh̄ār lĕkn̂xy
λίγο
λίγο φαγητό

รวดเร็ว
รถที่รวดเร็ว
rwdrĕw
rt̄h thī̀ rwdrĕw
κομψός
ένα κομψό αυτοκίνητο

ไม่ปกติ
สภาพอากาศที่ไม่ปกติ
mị̀ pkti
s̄p̣hāph xākāṣ̄ thī̀ mị̀ pkti
ασυνήθιστος
ασυνήθιστος καιρός

จำเป็น
พาสปอร์ตที่จำเป็น
cảpĕn
phās̄ pxr̒t thī̀ cảpĕn
απαραίτητος
ο απαραίτητος διαβατήριος
