Λεξιλόγιο
Μάθετε Επίθετα – Ταϊλανδεζικά

ซื่อสัตย์
คำสาบานที่ซื่อสัตย์
sụ̄̀xs̄ạty̒
khả s̄ābān thī̀ sụ̄̀xs̄ạty̒
ειλικρινής
ο ειλικρινής όρκος

ใจดี
สตรีที่ใจดี
cıdī
s̄trī thī̀ cıdī
εξυπηρετικός
μια εξυπηρετική κυρία

โดยตรง
การโจมตีที่โดยตรง
doytrng
kār comtī thī̀ doytrng
άμεσος
ένα άμεσο χτύπημα

ที่เหมาะสม
น้ำหนักที่เหมาะสม
thī̀ h̄emāas̄m
n̂ảh̄nạk thī̀ h̄emāas̄m
ιδανικός
το ιδανικό σωματικό βάρος

ไม่ประสบความสำเร็จ
การค้นหาที่อยู่ที่ไม่ประสบความสำเร็จ
mị̀ pras̄b khwām s̄ảrĕc
kār kĥnh̄ā thī̀ xyū̀ thī̀ mị̀ pras̄b khwām s̄ảrĕc
ανεπιτυχής
μια ανεπιτυχής αναζήτηση σπιτιού

จริงจัง
ความสำเร็จที่จริงจัง
cringcạng
khwām s̄ảrĕc thī̀ cringcạng
πραγματικός
ένας πραγματικός τριουμφος

ไม่มีพลัง
ชายที่ไม่มีพลัง
mị̀mī phlạng
chāy thī̀ mị̀mī phlạng
άνευ δυνάμεων
ο άνδρας χωρίς δυνάμεις

ง่วงนอน
ผู้หญิงที่ง่วงนอน
ng̀wng nxn
p̄hū̂h̄ỵing thī̀ ng̀wng nxn
κουρασμένος
μια κουρασμένη γυναίκα

ผิด
ทิศทางที่ผิด
p̄hid
thiṣ̄thāng thī̀ p̄hid
λανθασμένος
η λανθασμένη κατεύθυνση

เหมือนกัน
ลายที่เหมือนกันสองลาย
h̄emụ̄xn kạn
lāy thī̀ h̄emụ̄xn kạn s̄xng lāy
ίδιος
δύο ίδια σχέδια

อินเดีย
ใบหน้าแบบอินเดีย
xindeīy
bıh̄n̂ā bæb xindeīy
ινδικός
ένα ινδικό πρόσωπο
