Λεξιλόγιο
Μάθετε Επίθετα – Λευκορωσικά

стромкі
стромкая гара
stromki
stromkaja hara
απότομος
το απότομο βουνό

ціхавячы
ціхавячы аўчарскі сабака
cichaviačy
cichaviačy aŭčarski sabaka
ενής
ο ενής ποιμενικός σκύλος

магутны
магутны леў
mahutny
mahutny lieŭ
ισχυρός
ένας ισχυρός λιοντάρι

беззусільны
беззусільны роварны шлях
biezzusiĺny
biezzusiĺny rovarny šliach
άνετος
ο άνετος ποδηλατόδρομος

ціхі
ціхая падказка
cichi
cichaja padkazka
δωρεάν
το δωρεάν μέσο μεταφοράς

актыўны
актыўная ахова здароўя
aktyŭny
aktyŭnaja achova zdaroŭja
ενεργός
ενεργή προαγωγή υγείας

фіялетавы
фіялетавы кветка
fijalietavy
fijalietavy kvietka
βιολετί
το βιολετί λουλούδι

паспяховы
паспяховыя студэнты
paspiachovy
paspiachovyja studenty
επιτυχημένος
επιτυχημένοι φοιτητές

крывавы
крывавыя губы
kryvavy
kryvavyja huby
αιματηρός
αιματηρά χείλη

даўрушчы
даўрушчая веверка
daŭruščy
daŭruščaja vievierka
περίεργος
μια περίεργη συνήθεια φαγητού

гарачы
гарачая рэакцыя
haračy
haračaja reakcyja
θερμός
η θερμή αντίδραση
