Λεξιλόγιο
Μάθετε Επίθετα – Ταϊλανδεζικά

สีแดง
ร่มสีแดง
s̄ī dæng
r̀m s̄ī dæng
κόκκινος
ένα κόκκινο ομπρέλα

น่าประทับใจ
การเข้าพักที่น่าประทับใจ
ǹā prathạbcı
kār k̄hêā phạk thī̀ ǹā prathạbcı
φανταστικός
μια φανταστική διαμονή

สกปรก
อากาศที่สกปรก
s̄kprk
xākāṣ̄ thī̀ s̄kprk
βρώμικος
το βρώμικο αέρα

โบราณ
หนังสือโบราณ
borāṇ
h̄nạngs̄ụ̄x borāṇ
αρχαίος
αρχαία βιβλία

ในวันนี้
หนังสือพิมพ์ในวันนี้
nı wạn nī̂
h̄nạngs̄ụ̄xphimph̒ nı wạn nī̂
σημερινός
οι σημερινές εφημερίδες

เพศ
ความใคร่เพศ
pheṣ̄
khwām khır̀ pheṣ̄
σεξουαλικός
σεξουαλική λαχτάρα

ประสบความสำเร็จ
นักศึกษาที่ประสบความสำเร็จ
pras̄b khwām s̄ảrĕc
nạkṣ̄ụks̄ʹā thī̀ pras̄b khwām s̄ảrĕc
επιτυχημένος
επιτυχημένοι φοιτητές

เสร็จสิ้น
การกำจัดหิมะที่เสร็จสิ้น
s̄er̆c s̄în
kār kảcạd h̄ima thī̀ s̄er̆c s̄în
ολοκληρωμένος
η ολοκληρωμένη απομάκρυνση του χιονιού

กลัว
ชายที่กลัว
klạw
chāy thī̀ klạw
φοβισμένος
ένας φοβισμένος άνδρας

ปิด
ประตูที่ปิด
pid
pratū thī̀ pid
κλειδωμένος
η κλειδωμένη πόρτα

กว้างขวาง
การเดินทางที่กว้างขวาง
kŵāngk̄hwāng
kār deinthāng thī̀ kŵāngk̄hwāng
μακρινός
το μακρινό ταξίδι
