Λεξιλόγιο
Μάθετε τα επιρρήματα – Ουγγρικά

el
A zsákmányt elviszi.
μακριά
Φέρνει το θήραμα μακριά.

éjjel
A hold éjjel ragyog.
τη νύχτα
Το φεγγάρι λάμπει τη νύχτα.

ott
A cél ott van.
εκεί
Ο στόχος είναι εκεί.

haza
A katona haza akar menni a családjához.
σπίτι
Ο στρατιώτης θέλει να γυρίσει σπίτι στην οικογένειά του.

ki
A beteg gyermek nem mehet ki.
έξω
Το άρρωστο παιδί δεν επιτρέπεται να βγει έξω.

elég
Aludni akar és már elég volt neki a zajból.
αρκετά
Θέλει να κοιμηθεί και έχει βαρεθεί τον θόρυβο.

holnap
Senki nem tudja, mi lesz holnap.
αύριο
Κανείς δεν ξέρει τι θα γίνει αύριο.

után
A fiatal állatok az anyjuk után mennek.
μετά
Τα νεαρά ζώα ακολουθούν τη μητέρα τους.

legalább
A fodrász legalább nem került sokba.
τουλάχιστον
Ο κομμωτής δεν κόστισε πολύ τουλάχιστον.

valahol
Egy nyúl valahol elbújt.
κάπου
Ένας λαγός έχει κρυφτεί κάπου.

együtt
A ketten szeretnek együtt játszani.
μαζί
Οι δύο προτιμούν να παίζουν μαζί.
