Λεξιλόγιο
Μάθετε Επίθετα – Πορτογαλικά (PT)

acalorado
a reação acalorada
θερμός
η θερμή αντίδραση

disponível
a energia eólica disponível
διαθέσιμος
η διαθέσιμη αιολική ενέργεια

esloveno
a capital eslovena
σλοβενικός
η σλοβενική πρωτεύουσα

cruel
o rapaz cruel
σκληρός
το σκληρό αγόρι

pedregoso
um caminho pedregoso
βραχώδης
ένας βραχώδης δρόμος

atómico
a explosão atômica
πυρηνικός
η πυρηνική έκρηξη

silencioso
uma dica silenciosa
ήσυχος
ένα ήσυχο σημείωμα

fino
a praia de areia fina
λεπτός
η λεπτή αμμουδιά

idiota
um plano idiota
ηλίθιος
ένα ηλίθιο σχέδιο

fechado
a porta fechada
κλειδωμένος
η κλειδωμένη πόρτα

bêbado
um homem bêbado
μεθυσμένος
ένας μεθυσμένος άνδρας
