Λεξιλόγιο
Μάθετε Επίθετα – Ρουμανικά

violent
cutremurul violent
έντονος
το έντονο σεισμός

devreme
învățarea devreme
πρόωρος
πρόωρη μάθηση

corect
un gând corect
σωστός
ένας σωστός στοχασμός

absurd
o pereche de ochelari absurzi
ανόητος
τα ανόητα γυαλιά

însetat
pisica însetată
διψασμένος
η διψασμένη γάτα

fără sfârșit
drumul fără sfârșit
ατελείωτος
ο ατελείωτος δρόμος

indignat
o femeie indignată
ουργιασμένη
μια ουργιασμένη γυναίκα

strict
regula strictă
αυστηρός
ο αυστηρός κανόνας

furtunos
marea furtunoasă
θυελλώδης
η θυελλώδης θάλασσα

beat
un bărbat beat
μεθυσμένος
ένας μεθυσμένος άνδρας

vertical
o stâncă verticală
κάθετος
ένα κάθετο βράχο
