Λεξιλόγιο
Μάθετε Ρήματα – Ρουμανικά

păstra
Poți să păstrezi banii.
κρατώ
Μπορείς να κρατήσεις τα χρήματα.

gusta
Bucătarul-șef gustă supa.
γεύομαι
Ο αρχιμάγειρας γεύεται τη σούπα.

ridica
Copilul este ridicat de la grădiniță.
παίρνω
Το παιδί παίρνεται από το νηπιαγωγείο.

distra
Ne-am distrat foarte mult la parcul de distracții!
διασκεδάζω
Διασκεδάσαμε πολύ στο λούνα παρκ!

gestiona
Cine gestionează banii în familia ta?
διαχειρίζομαι
Ποιος διαχειρίζεται τα χρήματα στην οικογένειά σου;

împinge
Mașina s-a oprit și a trebuit împinsă.
ώθω
Το αυτοκίνητο σταμάτησε και έπρεπε να ώθηθει.

găsi dificil
Ambii găsesc greu să își ia rămas bun.
βρίσκω δύσκολο
Και οι δύο βρίσκουν δύσκολο να πουν αντίο.

studia
Sunt multe femei care studiază la universitatea mea.
μελετώ
Υπάρχουν πολλές γυναίκες που μελετούν στο πανεπιστήμιό μου.

înota
Ea înoată regulat.
κολυμπώ
Κολυμπάει τακτικά.

anula
Contractul a fost anulat.
ακυρώνω
Το συμβόλαιο έχει ακυρωθεί.

însoți
Prietenei mele îi place să mă însoțească la cumpărături.
συνοδεύω
Η φίλη μου μ‘ αρέσει να με συνοδεύει όταν ψωνίζω.
