Λεξιλόγιο
Μάθετε Ρήματα – Κινεζικά (Απλοποιημένα)

不敢
我不敢跳进水里。
Bù gǎn
wǒ bù gǎn tiào jìn shuǐ lǐ.
τολμώ
Δεν τολμώ να πηδήξω μέσα στο νερό.

打电话
女孩正在给她的朋友打电话。
Dǎ diànhuà
nǚhái zhèngzài gěi tā de péngyǒu dǎ diànhuà.
τηλεφωνώ
Το κορίτσι τηλεφωνεί στη φίλη της.

叫醒
闹钟在上午10点叫醒她。
Jiào xǐng
nàozhōng zài shàngwǔ 10 diǎn jiào xǐng tā.
ξυπνώ
Το ξυπνητήρι τη ξυπνά στις 10 π.μ.

取消
航班已取消。
Qǔxiāo
hángbān yǐ qǔxiāo.
ακυρώνω
Η πτήση ακυρώθηκε.

支持
我们很乐意支持你的想法。
Zhīchí
wǒmen hěn lèyì zhīchí nǐ de xiǎngfǎ.
υποστηρίζω
Υποστηρίζουμε ευχαρίστως την ιδέα σας.

洗
妈妈正在给孩子洗澡。
Xǐ
māmā zhèngzài gěi háizi xǐzǎo.
πλένω
Η μητέρα πλένει το παιδί της.

更换
汽车修理工正在更换轮胎。
Gēnghuàn
qìchē xiūlǐgōng zhèngzài gēnghuàn lúntāi.
αλλάζω
Ο αυτοκινητοβιομηχανικός αλλάζει τα λάστιχα.

搬家
我的侄子正在搬家。
Bānjiā
wǒ de zhízi zhèngzài bānjiā.
μετακομίζω
Το ανιψιό μου μετακομίζει.

提供
你给我的鱼提供什么?
Tígōng
nǐ gěi wǒ de yú tígōng shénme?
προσφέρω
Τι μου προσφέρεις για το ψάρι μου;

推
汽车停了下来,必须被推动。
Tuī
qìchē tíngle xiàlái, bìxū bèi tuīdòng.
ώθω
Το αυτοκίνητο σταμάτησε και έπρεπε να ώθηθει.

睡觉
婴儿正在睡觉。
Shuìjiào
yīng‘ér zhèngzài shuìjiào.
κοιμάμαι
Το μωρό κοιμάται.
