Λεξιλόγιο
Μάθετε Ρήματα – Λετονικά

izveidot
Viņi daudz ir kopā izveidojuši.
χτίζω
Έχουν χτίσει πολλά μαζί.

uzsvērt
Ar kosmētiku vari labi uzsvērt acis.
τονίζω
Μπορείς να τονίσεις καλά τα μάτια σου με μακιγιάζ.

publicēt
Reklāmas bieži tiek publicētas avīzēs.
δημοσιεύω
Συχνά δημοσιεύονται διαφημίσεις στις εφημερίδες.

domāt
Viņai vienmēr ir jādomā par viňu.
σκέφτομαι
Πάντα πρέπει να σκέφτεται για αυτόν.

pārbaudīt
Mekāniķis pārbauda automašīnas funkcijas.
ελέγχω
Ο μηχανικός ελέγχει τις λειτουργίες του αυτοκινήτου.

doties tālāk
Šajā punktā tu nevari doties tālāk.
προχωρώ
Δεν μπορείς να προχωρήσεις περαιτέρω σε αυτό το σημείο.

satikt
Draugi satikās kopīgai vakariņai.
συναντώ
Οι φίλοι συναντήθηκαν για κοινό δείπνο.

triekt
Vilciens trieca automašīnu.
χτυπώ
Το τρένο χτύπησε το αυτοκίνητο.

slogot
Biroja darbs viņu stipri sloga.
βαραίνω
Τη βαραίνει πολύ η δουλειά στο γραφείο.

savienot
Savieno savu telefonu ar vadu!
συνδέω
Συνδέστε το τηλέφωνό σας με ένα καλώδιο!

atcelt
Līgums ir atcelts.
ακυρώνω
Το συμβόλαιο έχει ακυρωθεί.
