Λεξιλόγιο
Μάθετε Ρήματα – Εβραϊκά

באה
המזל בא אליך.
bah
hmzl ba alyk.
έρχομαι σε σένα
Η τύχη έρχεται προς τα εκεί.

להתאפק
אני לא יכול להוציא הרבה כסף; אני צריך להתאפק.
lhtapq
any la ykvl lhvtsya hrbh ksp; any tsryk lhtapq.
ασκώ συγκράτηση
Δεν μπορώ να ξοδέψω πολλά χρήματα· πρέπει να ασκήσω συγκράτηση.

לברוח
החתול שלנו ברח.
lbrvh
hhtvl shlnv brh.
τρέχω μακριά
Ο γάτος μας έτρεξε μακριά.

לאיית
הילדים לומדים לאיית.
layyt
hyldym lvmdym layyt.
συλλαβίζω
Τα παιδιά μαθαίνουν να συλλαβίζουν.

להרים
האמא מרימה את התינוק שלה.
lhrym
hama mrymh at htynvq shlh.
σηκώνω
Η μητέρα σηκώνει το μωρό της.

לטפל
הסנאי שלנו מטפל בהסרת השלג.
ltpl
hsnay shlnv mtpl bhsrt hshlg.
φροντίζω
Ο επίσημος μας φροντίζει για την απόμακρυνση του χιονιού.

בודקים
דגימות הדם בודקות במעבדה זו.
bvdqym
dgymvt hdm bvdqvt bm’ebdh zv.
εξετάζω
Δείγματα αίματος εξετάζονται σε αυτό το εργαστήριο.

לשלוח
הסחורה תישלח אלי בחבילה.
lshlvh
hshvrh tyshlh aly bhbylh.
στέλνω
Τα εμπορεύματα θα μου σταλούν σε ένα πακέτο.

לייצר
אפשר לייצר בצורה זולה יותר באמצעות רובוטים.
lyytsr
apshr lyytsr btsvrh zvlh yvtr bamts’evt rvbvtym.
παράγω
Μπορείς να παράγεις φθηνότερα με ρομπότ.

לדחוף
המכונית נעצרה והייתה צריכה להדחף.
ldhvp
hmkvnyt n’etsrh vhyyth tsrykh lhdhp.
ώθω
Το αυτοκίνητο σταμάτησε και έπρεπε να ώθηθει.

אוכלת
היא אוכלת חתיכת עוגה.
avklt
hya avklt htykt ’evgh.
καταναλώνω
Καταναλώνει ένα κομμάτι τούρτας.
