Λεξιλόγιο
Μάθετε Ρήματα – Γαλλικά

échanger
Les gens échangent des meubles d’occasion.
εμπορεύομαι
Οι άνθρωποι εμπορεύονται μεταχειρισμένα έπιπλα.

arriver
Des choses étranges arrivent dans les rêves.
συμβαίνω
Παράξενα πράγματα συμβαίνουν στα όνειρα.

déclencher
La fumée a déclenché l’alarme.
προκαλώ
Ο καπνός προκάλεσε τον συναγερμό.

aider à se lever
Il l’a aidé à se lever.
βοηθώ
Τον βοήθησε να σηκωθεί.

participer
Il participe à la course.
συμμετέχω
Συμμετέχει στον αγώνα.

convenir
Le prix convient à la calcul.
συμφωνώ
Η τιμή συμφωνεί με τον υπολογισμό.

renverser
Le taureau a renversé l’homme.
αποβάλλω
Ο ταύρος έχει αποβάλει τον άνθρωπο.

appeler
La fille appelle son amie.
τηλεφωνώ
Το κορίτσι τηλεφωνεί στη φίλη της.

se présenter
Tout le monde à bord se présente au capitaine.
αναφέρομαι
Όλοι στο πλοίο αναφέρονται στον καπετάνιο.

couvrir
L’enfant couvre ses oreilles.
καλύπτω
Το παιδί καλύπτει τα αυτιά του.

fixer
La date est fixée.
ορίζω
Η ημερομηνία ορίζεται.
