Λεξιλόγιο
Μάθετε Ρήματα – Καταλανικά

trepitjar
No puc trepitjar a terra amb aquest peu.
πατώ
Δεν μπορώ να πατήσω στο έδαφος με αυτό το πόδι.

acompanyar
La meva nòvia li agrada acompanyar-me quan vaig de compres.
συνοδεύω
Η φίλη μου μ‘ αρέσει να με συνοδεύει όταν ψωνίζω.

trucar
Ella només pot trucar durant la seva pausa del dinar.
τηλεφωνώ
Μπορεί να τηλεφωνήσει μόνο κατά τη διάρκεια του διαλείμματος για το φαγητό της.

netejar
Ella neteja la cuina.
καθαρίζω
Καθαρίζει την κουζίνα.

escriure per tot
Els artistes han escrit per tota la paret.
γράφω παντού
Οι καλλιτέχνες έχουν γράψει παντού σε όλον τον τοίχο.

trobar-se
De vegades es troben a l’escala.
συναντώ
Μερικές φορές συναντιούνται στη σκάλα.

fer la marmota
Volen fer la marmota una nit, per fi.
κοιμάμαι
Θέλουν επιτέλους να κοιμηθούν για μία νύχτα.

votar
Es vota a favor o en contra d’un candidat.
ψηφίζω
Ψηφίζει κανείς υπέρ ή κατά ενός υποψηφίου.

trobar a faltar
Et trobaré tant a faltar!
χάνω
Θα σε χάσω τόσο πολύ!

saltar
El nen salta.
πηδώ πάνω
Το παιδί πηδάει πάνω.

rebre
Puc rebre internet molt ràpid.
λαμβάνω
Μπορώ να λάβω πολύ γρήγορο διαδίκτυο.
