Λεξιλόγιο
Μάθετε Επίθετα – Λιθουανικά
viešas
vieši tualetai
δημόσιος
δημόσιες τουαλέτες
baimingas
baimingas vyras
φοβισμένος
ένας φοβισμένος άνδρας
nepilnametis
nepilnametė mergina
ανήλικος
μια ανήλικη κοπέλα
apvalus
apvalus kamuolys
στρογγυλός
η στρογγυλή μπάλα
horizontalus
horizontali drabužinė
οριζόντιος
η οριζόντια ντουλάπα
artimas
artima liūtė
κοντά
η λέαινα που είναι κοντά
rūkas
rūkas sutemose
ομιχλώδης
η ομιχλώδης ανατολή
neatsargus
neatsargus vaikas
απερίσκεπτος
το απερίσκεπτο παιδί
pasiruošęs
pasiruošę bėgikai
έτοιμος
οι έτοιμοι δρομείς
oranžinis
oranžinės abrikosai
πορτοκαλί
πορτοκαλί βερίκοκα
pasipiktinęs
pasipiktinusi moteris
ουργιασμένη
μια ουργιασμένη γυναίκα