Λεξιλόγιο
Μάθετε Επίθετα – Λιθουανικά

seksualus
seksualus troškimas
σεξουαλικός
σεξουαλική λαχτάρα

atviras
atviras užuolaidas
ανοιχτός
ο ανοιχτός κουρτινόξυλο

tikras
tikra draugystė
αληθινός
αληθινή φιλία

nepertraukiamas
nepertraukiamai dirbanti bitė
δροσερός
το δροσερό ποτό

naujas
nauji fejerverkai
νέος
τα νέα πυροτεχνήματα

rūgštus
rūgštūs citrina
ξινός
τα ξινά λεμόνια

slaptas
slaptas nasčiojimas
κρυφά
η κρυφή λιχουδιά

būtinas
būtinas pasas
απαραίτητος
ο απαραίτητος διαβατήριος

puikus
puiki idėja
εξαιρετικός
μια εξαιρετική ιδέα

auksinis
auksinė pagoda
υπάρχων
το υπάρχον παιδικό πάρκο

atsipalaidavęs
atsipalaidavęs atostogas
ξεκούραστος
ένας ξεκούραστος διακοπές
