Λεξιλόγιο

Ταϊλανδεζικά – Ρήματα Άσκηση

cms/verbs-webp/68561700.webp
αφήνω ανοιχτό
Όποιος αφήνει τα παράθυρα ανοιχτά προσκαλεί ληστές!
cms/verbs-webp/95543026.webp
συμμετέχω
Συμμετέχει στον αγώνα.
cms/verbs-webp/119302514.webp
τηλεφωνώ
Το κορίτσι τηλεφωνεί στη φίλη της.
cms/verbs-webp/121520777.webp
απογειώνομαι
Το αεροπλάνο μόλις απογειώθηκε.
cms/verbs-webp/75508285.webp
περιμένω
Τα παιδιά περιμένουν πάντα το χιόνι με ανυπομονησία.
cms/verbs-webp/80552159.webp
δουλεύω
Το μοτοσικλέτα είναι χαλασμένη· δεν δουλεύει πλέον.
cms/verbs-webp/108014576.webp
βλέπω ξανά
Επιτέλους βλέπουν ξανά ο ένας τον άλλον.
cms/verbs-webp/117491447.webp
εξαρτώμαι
Είναι τυφλός και εξαρτάται από εξωτερική βοήθεια.
cms/verbs-webp/61389443.webp
ξαπλώνω
Τα παιδιά ξαπλώνουν μαζί στο γρασίδι.
cms/verbs-webp/119882361.webp
δίνω
Της δίνει το κλειδί του.
cms/verbs-webp/85860114.webp
προχωρώ
Δεν μπορείς να προχωρήσεις περαιτέρω σε αυτό το σημείο.
cms/verbs-webp/113842119.webp
περνάω
Η μεσαιωνική περίοδος έχει περάσει.