Λεξιλόγιο
Μάθετε Επίθετα – Ρουμανικά

înfricoșător
o atmosferă înfricoșătoare
τρομακτικός
μια τρομακτική ατμόσφαιρα

grav
o greșeală gravă
σοβαρός
ένα σοβαρό λάθος

deștept
fata deșteaptă
έξυπνος
το έξυπνο κορίτσι

prostesc
cuplul prostesc
ανόητος
ένα ανόητο ζευγάρι

sărac
un bărbat sărac
φτωχός
ένας φτωχός άντρας

fals
dinții falși
λάθος
τα λάθος δόντια

complet
o chelie completă
πλήρης
μια πλήρης φαλάκρα

tăcut
fetele tăcute
σιωπηλός
τα σιωπηλά κορίτσια

diferit
creioanele colorate diferite
διάφορος
διάφορα μολύβια

absurd
o pereche de ochelari absurzi
ανόητος
τα ανόητα γυαλιά

surprins
vizitatorul surprins al junglei
έκπληκτος
ο έκπληκτος επισκέπτης της ζούγκλας
