Λεξιλόγιο
Μάθετε Επίθετα – Πορτογαλικά (BR)

inusitado
cogumelos inusitados
ασυνήθιστος
ασυνήθιστα μανιτάρια

solteira
uma mãe solteira
μόνος
μια μόνη μητέρα

inútil
o espelho retrovisor inútil
άχρηστος
το άχρηστο καθρέφτη αυτοκινήτου

tempestuoso
o mar tempestuoso
θυελλώδης
η θυελλώδης θάλασσα

diferente
os lápis de cor diferentes
διάφορος
διάφορα μολύβια

perfeito
a rosácea perfeita
τέλειος
το τέλειο ροζέτο από γυαλί

anual
o aumento anual
ετήσιος
η ετήσια αύξηση

idiota
o falar idiota
ανόητος
το ανόητο λόγια

doente
a mulher doente
άρρωστος
η άρρωστη γυναίκα

colorido
ovos de Páscoa coloridos
πολύχρωμος
τα πολύχρωμα αυγά του Πάσχα

estreito
um sofá estreito
στενός
ένας στενός καναπές
