Λεξιλόγιο
Μάθετε Επίθετα – Πορτογαλικά (BR)
apimentado
um patê apimentado
πικάντικος
ένα πικάντικο αλείμμα για το ψωμί
doente
a mulher doente
άρρωστος
η άρρωστη γυναίκα
apressado
o Papai Noel apressado
βιαστικός
ο βιαστικός Άγιος Βασίλης
vigilante
o cão pastor vigilante
ενής
ο ενής ποιμενικός σκύλος
assustador
uma aparição assustadora
τρομακτικός
μια τρομακτική φαντασματική εμφάνιση
legal
uma pistola legal
νόμιμος
ένα νόμιμο πιστόλι
fraco
o homem fraco
άνευ δυνάμεων
ο άνδρας χωρίς δυνάμεις
igual
dois padrões iguais
ίδιος
δύο ίδια σχέδια
sangrento
lábios sangrentos
αιματηρός
αιματηρά χείλη
magnífico
uma paisagem rochosa magnífica
υπέροχος
μια υπέροχη τοπίο με βράχια
injusto
a divisão de trabalho injusta
άδικος
η άδικη κατανομή εργασίας