Λεξιλόγιο
Μάθετε Επίθετα – Ινδονησιακά

terpencil
rumah yang terpencil
απομακρυσμένος
το απομακρυσμένο σπίτι

mustahil
akses yang mustahil
αδύνατος
μια αδύνατη πρόσβαση

tanpa awan
langit tanpa awan
ασύννεφος
ένας ασύννεφος ουρανός

dewasa
gadis yang dewasa
ενήλικος
το ενήλικο κορίτσι

utuh
pizza yang utuh
ολόκληρος
μια ολόκληρη πίτσα

berkabut
senja yang berkabut
ομιχλώδης
η ομιχλώδης ανατολή

sehari-hari
mandi sehari-hari
καθημερινός
το καθημερινό μπάνιο

absurd
kacamata yang absurd
ανόητος
τα ανόητα γυαλιά

kuat
pusaran badai yang kuat
δυνατός
δυνατοί στρόβιλοι του ανέμου

kecanduan alkohol
pria yang kecanduan alkohol
αλκοολικός
ο αλκοολικός άνδρας

sedih
anak yang sedih
λυπημένος
το λυπημένο παιδί
