Λεξιλόγιο
Μάθετε Επίθετα – Ολλανδικά

grappig
de grappige verkleedpartij
αστείος
η αστεία μεταμφίεση

buitenlands
buitenlandse verbondenheid
ξένος
η ξένη αλληλεγγύη

gelijkend
twee gelijkende vrouwen
παρόμοιος
δύο παρόμοιες γυναίκες

tijdelijk
de tijdelijke parkeertijd
προσωρινός
ο προσωρινός χρόνος στάθμευσης

bruikbaar
bruikbare eieren
χρησιμοποιήσιμος
χρησιμοποιήσιμα αυγά

snel
de snelle skiër
γρήγορος
ο γρήγορος σκιέρ

droog
de droge was
ξηρός
τα ξηρά ρούχα

donker
de donkere nacht
σκοτεινός
η σκοτεινή νύχτα

half
de halve appel
μισός
το μισό μήλο

zwaar
een zware bank
βαρύς
ένα βαρύ καναπέ

perfect
perfecte tanden
τέλειος
τέλεια δόντια
