Λεξιλόγιο
Μάθετε Ρήματα – Τουρκικά

eşlik etmek
Kız arkadaşım alışveriş yaparken bana eşlik etmeyi sever.
συνοδεύω
Η φίλη μου μ‘ αρέσει να με συνοδεύει όταν ψωνίζω.

çalmak
Kapı zilini kim çaldı?
χτυπώ
Ποιος χτύπησε το κουδούνι της πόρτας;

vermek
Çocuk bize komik bir ders veriyor.
δίνω
Το παιδί μας δίνει ένα αστείο μάθημα.

geçmek
Tren yanımızdan geçiyor.
περνάω
Το τρένο περνά από δίπλα μας.

cesaret etmek
Uçaktan atlamaya cesaret ettiler.
τολμώ
Τόλμησαν να πηδήξουν από το αεροπλάνο.

geçmek
Su çok yüksekti; kamyon geçemedi.
περνάω
Το νερό ήταν πολύ ψηλά· το φορτηγό δεν μπορούσε να περάσει.

aşmak
Atletler şelaleyi aşıyor.
υπερβαίνω
Οι αθλητές υπερβαίνουν τον καταρράκτη.

saymak
Bozuk paraları sayıyor.
μετρώ
Μετράει τα νομίσματα.

yüzmek
Düzenli olarak yüzüyor.
κολυμπώ
Κολυμπάει τακτικά.

cevaplamak
Öğrenci soruyu cevaplıyor.
απαντώ
Ο μαθητής απαντά στην ερώτηση.

tekrarlamak
Bunu lütfen tekrarlar mısınız?
επαναλαμβάνω
Μπορείς να το επαναλάβεις, παρακαλώ;
