Λεξιλόγιο
Μάθετε Ρήματα – Λετονικά

pastāstīt
Viņa viņai pastāsta noslēpumu.
λέω
Της λέει ένα μυστικό.

pieiet
Viņa pieiet pa kāpnēm.
πλησιάζω
Εκείνη πλησιάζει από τις σκάλες.

gribēt iziet
Bērns grib iziet ārā.
θέλω να βγω
Το παιδί θέλει να βγει έξω.

sodīt
Viņa sodīja savu meitu.
τιμωρώ
Τιμώρησε την κόρη της.

saprast
Ne visu par datoriem var saprast.
καταλαβαίνω
Δεν μπορεί κανείς να καταλάβει τα πάντα για τους υπολογιστές.

šķirot
Man vēl ir daudz papīru, ko šķirot.
ταξινομώ
Ακόμη πρέπει να ταξινομήσω πολλά έγγραφα.

doties tālāk
Šajā punktā tu nevari doties tālāk.
προχωρώ
Δεν μπορείς να προχωρήσεις περαιτέρω σε αυτό το σημείο.

šķirot
Viņam patīk šķirot savus pastmarkas.
ταξινομώ
Του αρέσει να ταξινομεί τα γραμματόσημά του.

pacelt
Māte paceļ savu bērnu.
σηκώνω
Η μητέρα σηκώνει το μωρό της.

izmest
Neizmetiet neko no atvilktnes!
πετάω
Μην πετάς τίποτα από το συρτάρι!

transportēt
Mēs transportējam velosipēdus uz automašīnas jumta.
μεταφέρω
Μεταφέρουμε τα ποδήλατα στην οροφή του αυτοκινήτου.
