Λεξιλόγιο
Μάθετε Ρήματα – Αγγλικά (UK)

cancel
The contract has been canceled.
ακυρώνω
Το συμβόλαιο έχει ακυρωθεί.

push
The nurse pushes the patient in a wheelchair.
ώθω
Η νοσοκόμα ώθει τον ασθενή σε αναπηρικό αμαξίδιο.

cause
Too many people quickly cause chaos.
προκαλώ
Πάρα πολλοί άνθρωποι προκαλούν γρήγορα χάος.

drink
The cows drink water from the river.
πίνω
Οι αγελάδες πίνουν νερό από τον ποταμό.

punish
She punished her daughter.
τιμωρώ
Τιμώρησε την κόρη της.

burden
Office work burdens her a lot.
βαραίνω
Τη βαραίνει πολύ η δουλειά στο γραφείο.

run away
Some kids run away from home.
τρέχω μακριά
Κάποια παιδιά τρέχουν μακριά από το σπίτι.

show off
He likes to show off his money.
επιδεικνύω
Του αρέσει να επιδεικνύει τα χρήματά του.

imitate
The child imitates an airplane.
μιμούμαι
Το παιδί μιμείται ένα αεροπλάνο.

choose
It is hard to choose the right one.
επιλέγω
Είναι δύσκολο να επιλέξεις το σωστό.

go around
You have to go around this tree.
περνάω
Πρέπει να περάσετε γύρω από αυτό το δέντρο.
