Λεξιλόγιο
Μάθετε Ρήματα – Τσεχικά
studovat
Na mé univerzitě studuje mnoho žen.
μελετώ
Υπάρχουν πολλές γυναίκες που μελετούν στο πανεπιστήμιό μου.
dělat pro
Chtějí dělat něco pro své zdraví.
κάνω για
Θέλουν να κάνουν κάτι για την υγεία τους.
patřit
Moje žena mi patří.
ανήκω
Η γυναίκα μου ανήκει σε μένα.
doprovodit
Mé dívce se líbí mě při nakupování doprovodit.
συνοδεύω
Η φίλη μου μ‘ αρέσει να με συνοδεύει όταν ψωνίζω.
hádat
Musíš hádat, kdo jsem!
μαντεύω
Πρέπει να μαντέψεις ποιος είμαι!
zavřít
Musíte pevně zavřít kohoutek!
κλείνω
Πρέπει να κλείσεις σφιχτά τη βρύση!
vybrat
Je těžké vybrat toho správného.
επιλέγω
Είναι δύσκολο να επιλέξεις το σωστό.
ležet
Děti společně leží na trávníku.
ξαπλώνω
Τα παιδιά ξαπλώνουν μαζί στο γρασίδι.
odpovídat
Cena odpovídá výpočtu.
συμφωνώ
Η τιμή συμφωνεί με τον υπολογισμό.
dorazit
Letadlo dorazilo včas.
φτάνω
Το αεροπλάνο έφτασε εγκαίρως.
přijít snadno
Surfování mu přichází snadno.
έρχομαι εύκολα
Το σέρφινγκ του έρχεται εύκολα.