Λεξιλόγιο
Μάθετε Επίθετα – Ολλανδικά

vol
een volle winkelwagen
γεμάτος
ένα γεμάτο καλάθι αγορών

aanwezig
een aanwezige bel
παρών
ένα παρών κουδούνι

piepklein
piepkleine kiemen
τεντάκι
μικρά φυτά

menselijk
een menselijke reactie
ανθρώπινος
μια ανθρώπινη αντίδραση

bitter
bittere chocolade
πικρός
πικρή σοκολάτα

droog
de droge was
ξηρός
τα ξηρά ρούχα

onschatbaar
een onschatbare diamant
ανεκτίμητος
ένας ανεκτίμητος διαμάντι

eng
een enge verschijning
τρομακτικός
μια τρομακτική φαντασματική εμφάνιση

overzichtelijk
een overzichtelijke index
σαφής
ένας σαφής κατάλογος

dronken
een dronken man
μεθυσμένος
ένας μεθυσμένος άνδρας

modern
een modern medium
σύγχρονος
ένα σύγχρονο μέσο
