Λεξιλόγιο
Μάθετε Επίθετα – Αρμενικα
ովալ
ովալ սեհանակ
oval
oval sehanak
οβάλ
το οβάλ τραπέζι
սալում
սալում մեքենայի պատուհան
salum
salum mek’enayi patuhan
χαλασμένος
το χαλασμένο παράθυρο αυτοκινήτου
ակտուալ
ակտուալ ջերմաստիճանը
aktual
aktual jermastichany
επίκαιρος
η επίκαιρη θερμοκρασία
չար
չար համակարգչական
ch’ar
ch’ar hamakargch’akan
κακός
ο κακός συνάδελφος
ազատագոյաց
ազատագոյաց ջրվեժը
azatagoyats’
azatagoyats’ jrvezhy
υπέροχος
ένα υπέροχος καταρράκτης
համ
համ ավազանի երկարաձգում
ham
ham avazani yerkaradzgum
λεπτός
η λεπτή αμμουδιά
տարեկան
տարեկան աճ
tarekan
tarekan ach
ετήσιος
η ετήσια αύξηση
տրամաբանական
տրամաբանական ուտելիք
tramabanakan
tramabanakan utelik’
γενναιόδωρος
ένα γενναιόδωρο γεύμα
իսկապես պատրաստված
իսկապես պատրաստված էրկեանձավածք
iskapes patrastvats
iskapes patrastvats erkeandzavatsk’
σπιτικός
το σπιτικό φράουλα ποτό
մառախուղ
մառախուղ մառախուղություն
marrakhugh
marrakhugh marrakhughut’yun
ομιχλώδης
η ομιχλώδης ανατολή
ճարպակալ
ճարպակալ անձը
charpakal
charpakal andzy
χοντρός
ένα χοντρό άτομο