Λεξιλόγιο
Μάθετε Επίθετα – Βουλγαρικά

обачлив
обачливото момче
obachliv
obachlivoto momche
προσεκτικός
το προσεκτικό αγόρι

необичаен
необичайно време
neobichaen
neobichaĭno vreme
ασυνήθιστος
ασυνήθιστος καιρός

пиян
пияният мъж
piyan
piyaniyat mŭzh
μεθυσμένος
ο μεθυσμένος άντρας

алкохолизиран
алкохолизираният мъж
alkokholiziran
alkokholiziraniyat mŭzh
αλκοολικός
ο αλκοολικός άνδρας

неженен
неженен мъж
nezhenen
nezhenen mŭzh
εργένης
ένας εργένης άνδρας

здрав
здрава жена
zdrav
zdrava zhena
εν τάξει
μια γυναίκα εν τάξει

обилен
обилна трапеза
obilen
obilna trapeza
γενναιόδωρος
ένα γενναιόδωρο γεύμα

важен
важни срещи
vazhen
vazhni sreshti
σημαντικός
σημαντικές συναντήσεις

разведен
разведената двойка
razveden
razvedenata dvoĭka
διαζευγμένος
το διαζευγμένο ζευγάρι

страхлив
страхливият мъж
strakhliv
strakhliviyat mŭzh
φοβισμένος
ένας φοβισμένος άνδρας

скъп
скъпата вила
skŭp
skŭpata vila
ακριβός
η ακριβή βίλα
