Λεξιλόγιο
Μάθετε Επίθετα – Ουκρανικά

гарячий
гаряча реакція
haryachyy
haryacha reaktsiya
θερμός
η θερμή αντίδραση

залежний
пацієнти, що залежать від ліків
zalezhnyy
patsiyenty, shcho zalezhatʹ vid likiv
εξαρτημένος
ασθενείς εξαρτημένοι από φάρμακα

кровавий
кроваві губи
krovavyy
krovavi huby
αιματηρός
αιματηρά χείλη

тупий
тупа жінка
tupyy
tupa zhinka
χαζός
μια χαζή γυναίκα

дрібненький
дрібненькі саджанці
dribnenʹkyy
dribnenʹki sadzhantsi
τεντάκι
μικρά φυτά

необхідний
необхідний ліхтарик
neobkhidnyy
neobkhidnyy likhtaryk
απαραίτητος
η απαραίτητη φακός

англійська
англійський урок
anhliysʹka
anhliysʹkyy urok
αγγλικός
το αγγλικό μάθημα

втомлений
втомлена жінка
vtomlenyy
vtomlena zhinka
κουρασμένος
μια κουρασμένη γυναίκα

хромий
хромий чоловік
khromyy
khromyy cholovik
χωλός
ένας χωλός άντρας

п‘яний
п‘яний чоловік
p‘yanyy
p‘yanyy cholovik
μεθυσμένος
ο μεθυσμένος άντρας

популярний
популярний концерт
populyarnyy
populyarnyy kontsert
δημοφιλής
ένα δημοφιλές συναυλία
