Λεξιλόγιο
Μάθετε Επίθετα – Δανικά

vred
de vrede mænd
οργισμένος
οι οργισμένοι άνδρες

absolut
absolut drikkelighed
απόλυτος
απόλυτη ποσότητα ποτού

svag
den svage patient
αδύναμος
η αδύναμη ασθενής

smal
den smalle hængebro
λεπτός
η λεπτή γέφυρα

dum
den dumme tale
ανόητος
το ανόητο λόγια

hvid
det hvide landskab
λευκός
το λευκό τοπίο

tom
den tomme skærm
άδειος
η άδεια οθόνη

enlig
en enlig mor
μόνος
μια μόνη μητέρα

grim
den grimme bokser
άσχημος
ο άσχημος μποξέρ

rigtig
en rigtig tanke
σωστός
ένας σωστός στοχασμός

ung
den unge bokser
νέος
ο νέος μποξέρ
