Λεξιλόγιο
Μάθετε Επίθετα – Τσεχικά

nemocný
nemocná žena
άρρωστος
η άρρωστη γυναίκα

vytápěný
vytápěný bazén
θερμαινόμενος
μια θερμαινόμενη πισίνα

drahý
drahá vila
ακριβός
η ακριβή βίλα

horký
horký krb
ζεστός
το ζεστό τζάκι

nemožný
nemožný přístup
αδύνατος
μια αδύνατη πρόσβαση

roční
roční nárůst
ετήσιος
η ετήσια αύξηση

starý
stará dáma
παλιός
μια παλιά κυρία

dobrý
dobrá káva
καλός
καλός καφές

existující
existující hřiště
υπάρχων
το υπάρχον παιδικό πάρκο

úspěšný
úspěšní studenti
επιτυχημένος
επιτυχημένοι φοιτητές

neobvyklý
neobvyklé houby
ασυνήθιστος
ασυνήθιστα μανιτάρια
