Λεξιλόγιο
Μάθετε Ρήματα – Εσθονικά

kohtuma
Nad kohtusid esmakordselt internetis.
συναντώ
Συναντήθηκαν για πρώτη φορά στο διαδίκτυο.

ehitama
Millal Hiina suur müür ehitati?
χτίζω
Πότε χτίστηκε το Σινικό Τείχος;

abielluma
Paar on just abiellunud.
παντρεύομαι
Το ζευγάρι μόλις παντρεύτηκε.

kuuluma
Minu naine kuulub mulle.
ανήκω
Η γυναίκα μου ανήκει σε μένα.

viitama
Õpetaja viitab tahvlil olevale näitele.
αναφέρω
Ο δάσκαλος αναφέρεται στο παράδειγμα στον πίνακα.

helistama
Ta saab helistada ainult oma lõunapausi ajal.
τηλεφωνώ
Μπορεί να τηλεφωνήσει μόνο κατά τη διάρκεια του διαλείμματος για το φαγητό της.

värvima
Ma tahan oma korterit värvida.
βάφω
Θέλω να βάψω το διαμέρισμά μου.

pakkuma
Puhkajatele pakutakse rannatooli.
παρέχω
Παρέχονται ξαπλώστρες για τους διακοπές.

põlema
Kaminas põleb tuli.
καίγομαι
Ένα φωτιά καίγεται στο τζάκι.

juhtuma
Midagi halba on juhtunud.
συμβαίνω
Κάτι κακό έχει συμβεί.

kirjutama
Kunstnikud on kogu seina üle kirjutanud.
γράφω παντού
Οι καλλιτέχνες έχουν γράψει παντού σε όλον τον τοίχο.
